Αθήνα, 27 Απριλίου 1941, Κυριακή του Θωμά. Οι σιδηρόφρακτες Μεραρχίες του Χίτλερ, μετά από ένα 20ήμερο σκληρών μαχών, επί ελληνικού εδάφους, ευρίσκονται στα πρόθυρα των Αθηνών. Ο καταπονημένος ελληνικός στρατός, πολεμώντας γενναία επί ένα εξάμηνο, εναντίον δύο αυτοκρατοριών, με πανίσχυρους Στρατούς, της Ιταλίας και της Γερμανίας κάμφθηκε μπροστά στον πολυάριθμο, ξεκούραστο και καλά εξοπλισμένο Χιτλερικό Στρατό.
Η εμπροσθοφυλακή των γερμανικών στρατευμάτων κατηφορίζει από την Κηφισιά, ενώ ταυτοχρόνως συντεταγμένα τμήματα εισέρχονται στην ελληνική πρωτεύουσα από την Ιερά Οδό. Μία Επιτροπή που αποτελείται απο τον φρούραρχο στρατηγό Καβράκο, τον νομάρχη Αττικοβοιωτίας αντιναύαρχο Πεντζόπουλο και τους δημάρχους Αθηναίων Αμβρόσιο Πλυτά και Πειραιωτών Μιχαήλ Μανούσκο, αναμένουν, σκυθρωποί, αμίλητοι, ωχροί και συγκινημένοι στην συμβολή των οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Λεωφόρου Αλεξάνδρας στους Αμπελοκήπους για να παραδώσουν την πόλη στον επικεφαλής των γερμανικών στρατευμάτων.
Οι κάτοικοι της ανοχύρωτης και αφύλακτης πόλεως των Αθηνών με βουρκωμένα μάτια και λυγμούς από την συγκίνηση κλείστηκαν στα σπίτια τους και σφάλισαν καλά τα παραθυρόφυλλα. Είναι μια πράξη βουβής διαμαρτυρίας. Δεν θέλουν να δουν την παράδοση. Αρνούνται να σταθούν μάρτυρες της σκληρής και αδυσώπητης εικόνας, να περνά ο εχθρός τα δεσμά της σκλαβιάς στην Ελλάδα.
Οι σειρήνες δεν ηχούν όπως τις προηγούμενες μέρες. Και η εχθρική αεροπορία έχει σταματήσει τους βομβαρδισμούς. Ξαφνικά γύρω στις 10 το πρωί, τα βογγητά των μηχανών ταράζουν την ως τότε περίεργη ησυχία στην πόλη. Προπορεύεται ο επικεφαλής του τάγματος των Μοτοσυκλετών της 2ας Τεθωρακισμένης Μεραρχίας αντισυνταγματάρχης Οττο Φόν Σέϊμπεν.
Με τεντωμένο το χέρι χαιρετά τους παρισταμένους που ανταποδίδουν τον χαιρετισμό. “Σας διαβεβαιώ οτι ο γερμανικός στρατός έρχεται ως φίλος φέρων την ειρήνη εις την Ελλάδα” είπε ο Σέϊμπεν στην Επιτροπή. Και μετά τις τυπικές προσφωνήσεις και αντιφωνήσεις υπογράφουν το πρωτόκολλο παραδόσεως της πόλεως των Αθηνών σ΄ένα στρογγυλό μεταλλικό τραπεζάκι του καφενείου “Παρθενών” μπροστά απο την βίλλα του Νικολάου Θών, αυλάρχη του βασιλιά Γεωργίου του Α΄.
Την ίδια στιγμή ο ραδιοφωνικός σταθμός των Αθηνών διακόπτει την θεία λειτουργία, της Κυριακής του Θωμά, για να μεταδώσει ο αρχιεκφωνητής Κώστας Σταυρόπουλος την έκτακτη είδηση.
«Εδώ ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών. Έλληνες, οι Γερμανοί εισβολείς ευρίσκονται εις τα πρόθυρα των Αθηνών. Έλληνες, κρατείστε ψηλά την σημαία του Μετώπου. Σε λίγο ο σταθμός αυτός δεν θα είναι ελληνικός. Θα μεταδίδει ανακοινωθέντα του εχθρού. Ο βασιλεύς και η κυβέρνησις ευρίσκονται εις την Κρήτην όπου συνεχίζουν τον αγώνα! Ζήτω το Έθνος» Ακολουθεί ο εθνικός ύμνος.
Μία μηχανοκίνητη φάλαγγα κατευθύνεται προς το κέντρο της Αθήνας. Στην Βασιλίσσης Σοφίας οι μοναδικοί που τους υποδέχονται και τους χαιρετούν από τα μπαλκόνια είναι οι 130 υπάλληλοι της Γερμανικής πρεσβείας, οι περισσότεροι πράκτορες της Γκεστάπο.
Ένα απόσπασμα με επικεφαλής τον λοχαγό Γιάκομπι και τον υπολοχαγό Ελσνιτς ανεβαίνουν στην Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως. Σύμφωνα με μαρτυρίες ο λοχαγός Γιάκομπι διατάσσει τον στρατιώτη Κωνσταντίνο Κουκκίδη να υποστείλει την ελληνική σημαία. Φαίνεται διστακτικός στην αρχή αλλά υποκύπτει όταν ο αξιωματικός γίνεται πιο αυστηρός. Κατεβάζει τη σημαία χωρίς να αφήσει τον εχθρό να την μολύνει. Δυο στρατιώτες υψώνουν στην θέση της ελληνικής σημαίας την γερμανική με τον αγκυλωτό σταυρό και το άγημα αποδίδει τιμές. Ο 'Ελλην στρατιώτης Κωνσταντίνος Κουκκίδης νοιώθει πληγωμένος και ταπεινωμένος. Και τα συναισθήματα αυτά τον σπρώχνουν να προβεί σε ένα εγχείρημα που θα τρομάξει τον εχθρό. Τυλίγεται την γαλανόλευκη και πέφτει απο τον Ιερό βράχο προς την πλευρά της Πλάκας και σκοτώνεται. Αυτά αναφέρουν αυτόπτες μάρτυρες.
Το συνταρακτικό γεγονός μεταδίδεται απο στόμα σε στόμα και συγκλονίζει τους πάντες. Πρώτος το έμαθε ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, ο ιεράρχης που αργότερα αρνήθηκε να ορκίσει κυβέρνηση κουίσλιγκ στην Αθήνα, τον στρατηγό Τσολάκογλου. «Η κυβέρνηση που έχω ορκίσει, συνεχίζει τον πόλεμο στην Κρήτη» είπε στον απεσταλμένο του διορισμένου απο τους γερμανούς, πρωθυπουργού στρατηγού Τσολάκογλου και τον απέπεμψε.
Συγκλονισμένοι απο την θυσία του Κουκκίδη ήταν και οι ίδιοι οι Γερμανοί. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, μετά απο σύσκεψη που έγινε στο δημαρχείο της Αθήνας, ως χειρονομία καλής θελήσεως ο ανώτερος στρατιωτικός διοικητής Αθηνών στρατηγός Σαίρνερ, εξέδωσε διαταγή που όριζε :
«παραπλεύρως των Γερμανικών σημαιών επι της Ακροπόλεως και του Δημαρχείου θα υψούνται και αι Ελληνικαί σημαίαι».
Την θυσία του Κουκκίδη ανέφερε δυο μέρες μετά, το όργανο της Ναζιστικής νεολαίας “Λαϊκός Παρατηρητής” αλλά και ο βρετανικός τύπος. Η εφημερίδα «Νταίηλυ Μαίηλ» έγραψε την Δευτέρα 9 Μαίου 1941: 'Ενας Έλλην παίρνει την σημαία του στο θάνατο. Αναφέρει εκτενέστερα την θαρραλέα πράξη του Κουκκίδη και τις αθρόες συλλήψεις πολιτών από την Γκεστάπο, μεταξύ των οποίων και τον εκδότη δύο αθηναϊκών εφημερίδων, τον θρυλικό καπετάν – Κόκκο του Μακεδονικού Αγώνα, Δημήτρη Λαμπράκη.
Και ενώ συνέβαιναν αυτά στην Ακρόπολη, ένα άλλο άγημα, περνώντας από τον Άγνωστο Στρατιώτη όπου ακόμα υπήρχε το στεφάνι που κατέθεσε λίγο πριν αναχωρήσει για την Κρήτη ο βασιλιάς Γεώργιος ο Β΄, έστριψε στο Ζάππειο και κατέλαβε τους ραδιοθαλάμους. Το σήμα του ραδιοφωνικού σταθμού Αθηνών είχε φυγαδευτεί απο τον διευθυντή του σταθμού Δημήτρη Σβολόπουλο. Και αντί της γνώριμης φωνής του αρχιεκφωνητή Κώστα Σταυρόπουλου, οι Αθηναίοι άκουγαν τώρα το σήμα των γερμανικών εκπομπών και τον λοχαγό Γιάκομπι να στέλνει χαιρετισμό στον αρχηγό του τον φύρερ και να του λέει οτι κατέλαβε την Αθήνα.
Τα διαδραματιζόμενα στην Αθήνα παρακολουθούσε με συγκίνηση από το ραδιόφωνο στην Κηφισιά μία μεγάλη μορφή των γραμμάτων, η Πηνελόπη Δέλτα. Έμεινε άναυδη όταν ξαφνικά κόπηκε η ελληνική εκπομπή. Φώναξε την κόρη της να κλείσει το ραδιόφωνο. Εκείνη έκανε καθώς πρόσταξε η μητέρα της, αλλά επιστρέφοντας στο δωμάτιο την είδε ανήσυχη με μια έκφραση αγωνίας και τρόμου στο πρόσωπό της. Το κακό είχε συμβεί. Η Πηνελόπη Δέλτα είχε δηλητηριασθεί, άρχισε να χάνει το χρώμα της και το βλέμμα της απλανές καρφώθηκε στην οροφή του δωματίου της.
Έτσι έσβησε η Πηνελόπη Δέλτα. Οπως δέκα μέρες πριν, ο πρωθυπουργός Κορυζής με μία σφαίρα στην καρδιά και ο ταγματάρχης Κωνσταντίνος Βερσής αρκετές μέρες πριν στα Γιάννινα επειδή δεν ήθελε να παραδώσει τα πυροβόλα του στους γερμανούς.
Μέσα σε λίγες ώρες τα γερμανικά στρατεύματα απλώθηκαν σε όλες τις συνοικίες της Αθήνας και άρχισαν να περιπολούν και να ελέγχουν. Ταυτοχρόνως, από το ραδιόφωνο άρχισαν τα διαγγέλματα που υπαγόρευαν μια σειρά από απαγορεύσεις. Και ο κόσμος που βγήκε έξω από τα σπίτια του για να δεί τι συμβαίνει, άρχισε να συνειδητοποιεί ότι η παρουσία του εχθρού δεν ήταν πρόσκαιρη αλλά είχε προοπτική μονιμότητας και προμήνυε σκληρή σκλαβιά. Τότε άρχισαν και οι πρώτες αντιστασιακές πράξεις.
Τρεις νέοι, αντιδρώντας στην παρουσία των Γερμανών που περνούσαν από την Ιερά Οδό, ανέβηκαν σε ταράτσα κτιρίου και άρχισαν να ανεμίζουν Ελληνικές σημαίες για να δεχτούν τα εκφοβιστικά τους πυρά. Και στην «πλατεία Αγάμων» την σημερινή Αμερικής, και στην Φωκίωνος Νέγρη, τολμηροί φοιτητές ξεφουσκώνουν με καρφιά τα λάστιχα σταθμευμένων γερμανικών αυτοκινήτων.
Έτσι άρχισε η ατέλειωτη νύχτα της σκλαβιάς, αλλά ταυτόχρονα και η αντίσταση των Ελλήνων εναντίον του Στρατού κατοχής. Με πρωτοπόρα τη νεότητα, με σκληρούς αγώνες στα βουνά, στους κάμπους και τις θάλασσες οι Έλληνες εμπνεόμενοι από τα υψηλά ιδανικά της πατρίδας και της ελευθερίας κατόρθωσαν με την ηρωική Εθνική Αντίσταση να σπάσουν τα δεσμά της σκλαβιάς.
Θα έπρεπε να περάσουν 1625 ατέλειωτα ημερόνυχτα, φρίκης, πείνας, αγωνίας, μαρτυρίου και θανάτου κάτω απο την μισητή ναζιστική κατοχή για να δούμε την μέρα του λυτρωμού και της λευτεριάς. Μιας λευτεριάς που δυστυχώς δεν είδαν εκατοντάδες χιλιάδες συμπατριωτών μας που θυσιάστηκαν, ή πέθαναν απο την πείνα και τις κακουχίες….
freepen.gr
27 Απριλίου 1941, η μέρα που οι Γερμανοί μπαίνουν στην Αθήνα
4/
5
Oleh
ΔΗΜΗΤΡΗΣ